Το
«άνοιγμα στην κοινότητα», αν πρόκειται
να είναι ουσιαστικό και όχι απλή επίφαση,
είναι συνυφασμένο με το «άνοιγμα της
πόρτας» του ψυχιατρικού τμήματος και
την κατάργηση των κατασταλτικών μέτρων
(μηχανικές καθηλώσεις απομονώσεις κλπ).
Ένα, δηλαδή, άνοιγμα πραγματικό, χωρίς
να συνοδεύεται (και έτσι έμπρακτα να
ακυρώνεται) από μηχανικές καθηλώσεις,
όπως συχνά γίνεται, που απλώς θα μετέφεραν
τον περιορισμό της κλειδωμένης πόρτας
πάνω στο ίδιο το σώμα του ψυχικά πάσχοντος.
Είναι
στη βάση μιας τέτοιας διαδικασίας
μετασχηματισμού και υπέρβασης του
κυρίαρχου ψυχιατρικού θεσμού που η
κίνηση «προς τα έξω» δεν μπορεί παρά να
είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την
Τομεοποίηση των υπηρεσιών.
Η
«ευθύνη της υπηρεσίας για μια ορισμένη
γεωγραφική περιοχή» δεν είναι αυτή
που συνδέεται με την λειτουργία της
φύλαξης στο ψυχιατρείο, ούτε αυτή που
υπονοείται στην κλασσική ιατρική
δεοντολογία και εκφράζεται με
«ιατρικο-νομικούς» όρους, όπως, πχ, ως
προς τις συνέπειες της θεραπείας, ή της
παράλειψής της κλπ.
Η
έννοια της «ευθύνης» σημαίνει
εδώ ανάληψη της υπευθυνότητας για
την ψυχική υγεία ενός ορισμένου πληθυσμού,
αυτής της καθορισμένης περιοχής. Αυτή
η έννοια της ευθύνης συνεπάγεται ότι η
υπηρεσία δεν μπορεί να περιορίζεται
στο λεγόμενο «ειδικό/τεχνικό» πλαίσιο,
στην παροχή, δηλαδή, κλινικών/διαγνωστικών
πράξεων, συμβουλευτικής, φαρμακο/ψυχο/θεραπειών
κλπ (που, ούτως ή άλλως, αποτελεί μια
προφανώς αναγκαία παροχή), αλλά ότι
πρέπει να διευρύνει το φάσμα των
παρεμβάσεών της και να θεμελιώνεται σε
μια ενεργητική στάση προαγωγής όλων
των στιγμών και των εργαλείων για την
ψυχική υγεία της περιοχής της.
Ο,
τι γίνεται μέσα στην κοινότητα πρέπει
να την αφορά – κι΄ αυτό όχι γιατί «ανάληψη
ευθύνης» σημαίνει ότι η υπηρεσία
αποχωρίζει το πρόβλημα από την κοινότητα,
ότι το κάνει δικό της, δική της «υπόθεση»,
το εξειδικεύει και το ιατρικοποιεί
(ψυχολογικοποιεί κλπ), αλλά, αντίθετα :
ό,τι γίνεται μέσα στην κοινότητα την
αφορά, γιατί αυτού του είδους η
υπευθυνότητα προϋποθέτει την
συμμετοχή της κοινότητας.
Ενώ
η ευθύνη φυλακτικού τύπου
αναφέρεται (έχει, δηλαδή, μια κίνηση)
προς τα μέσα, προς τον
ιδρυματικό εγκλεισμό των προβλημάτων
που θέτει ο ψυχικά πάσχων, διυποκειμενικών
και κοινωνικών, δηλαδή, των αντιφάσεων
που διαπερνούν και εκφράζονται στην
ψυχική του οδύνη, η κίνηση της ευθύνης
για την ψυχική υγεία της δοσμένης
περιοχής είναι προς τα έξω,
προς την επαναφορά και τον εμπλουτισμό.
Κατά
συνέπεια, η Τομεοποίηση δεν πρέπει
να εννοηθεί και να υλοποιηθεί ως ένα
είδος «διάχυσης» του (ειδικού, θεραπευτικού)
ιδρύματος στην κοινότητα, με δηλωμένο
στόχο (κυρίως ή και αποκλειστικό) την
θεραπεία, αλλά αποτελεί μια υπόθεση,
μια πρακτική, κοινωνικής ολοκλήρωσης
και ενσωμάτωσης, με δυνατότητα
χειραφέτησης, καθώς και αναγνώρισης
της διαφορετικότητας και του δικαιώματός
της να υπάρχει.
Το
κύριο ζήτημα, επομένως, για μιαν ουσιαστική
εφαρμογή της Τομεοποίησης θα ήταν, πρώτα
απ΄ όλα, η δημιουργία των όρων για τον
μετασχηματισμό της κυρίαρχης
ψυχιατρικής κουλτούρας και των
συνδεδεμένων με αυτήν πρακτικών,
Και,
φυσικά, όχι, για μιαν ακόμη φορά, να
αναχθεί η όποια εξαγγελία της σε μιαν
απλή
καταγραφή των Τομέων επί χάρτου, αλλά
άμεση, πρακτική εφαρμογή της,
με έναρξη λειτουργίας όλων των
υπηρεσιών στη βάση της ανάληψης της
ευθύνης για απάντηση στις ανάγκες
ψυχικής υγείας όλου του φάσματος
του πληθυσμού μιας ορισμένης περιοχής.
Σ΄
αυτή τη βάση, θα μπορούσε να προχωρήσει
άμεσα η εφαρμογή της, παίρνοντας
ως αφετηρία για τον σχεδιασμό της, όπως
είναι σήμερα η κατάσταση στο χώρο των
υπηρεσιών ψυχικής υγείας, τις μονάδες
ψυχιατρικής νοσηλείας (στα ψυχιατρεία
και στα γενικά νοσοκομεία).
Για
το λεκανοπέδιο, πχ, θα μπορούσε να
μοιραστεί ο πληθυσμός του (ανά Δήμο ή
ενότητες Δήμων) δια του αριθμού των
μονάδων νοσηλείας (με το Αιγινήτειο να
συμπεριλαμβάνεται με δυο κλινικές) -
λαμβάνοντας υπόψη και κάποιες ιδιαίτερες
ανάγκες ανά περιοχή. Οι κλινικές στο
Δαφνί και στο Δρομοκαίτειο θα μπορούσαν,
πριν καν συζητηθεί το όποιο θέμα
μετακίνησής τους σε γενικό νοσοκομείο,
ν΄ αρχίσουν να λειτουργούν τομεοποιημένα,
παίρνοντας εισαγωγές από μια ορισμένη
γεωγραφική περιοχή. Το ίδιο και κάθε
μια από τις ψυχιατρικές κλινικές των
γενικών νοσοκομείων. Θα μπορούσαν να
τεθούν σε λειτουργία 2-3, επιπλέον,
ψυχιατρικές κλινικές σε γενικά νοσοκομεία
όπου υπάρχουν ψυχίατροι χωρίς να
λειτουργεί κλινική, καθώς δεν έχει
υπάρξει μέριμνα να βρεθούν χώροι,
προσωπικό κλπ. Μ΄ αυτό τον τρόπο θα
μπορούσαν να υπάρξουν, σε πρώτη φάση,
ΤΟΨΥ των 150.000 περίπου κατοίκων.
Φυσικά,
ένας ΤΟΨΥ, προκειμένου οι υπηρεσίες του
να είναι αποτελεσματικές και να μπορούν
ν΄ ανταποκριθούν με ουσιαστικό τρόπο
στα προτάγματα της κοινοτικής φροντίδας,
δεν πρέπει, σύμφωνα με την διεθνή
εμπειρία και τα επικρατούντα πρότυπα,
να ξεπερνάει τους 100.000 κατοίκους.
Αυτός ο στόχος (ΤΟΨΥ των 100.00) θα πρέπει
να τεθεί από την πρώτη στιγμή και να
προγραμματιστεί, προκειμένου να
επιτευχθεί στο άμεσο προσεχές μέλλον
και οι ΤΟΨΥ πάνω από 100.000 κατοίκους να
αντιμετωπιστούν ως μια πραγματικά
προσωρινή και μεταβατική κατάσταση.
Θα
πρέπει, φυσικά, να ληφθούν υπόψιν και
οι περιοχές που εξυπηρετούνται από
Αθήνα και οι οποίες δεν έχουν καθόλου
μονάδες ψυχιατρικής νοσηλείας. Οπου
υπάρχουν ψυχιατρικές κλίνες, θα πρέπει
ν΄ αξιοποιηθούν και ο πληθυσμός
του νομού να κατευθύνεται σ΄ αυτές.
Ενίοτε πρέπει, αν η μονάδα είναι "αδύναμη"
(γιατροί, λοιπό προσωπικό) να ληφθεί
πρόνοια να ενισχυθούν, διαφορετικά
θα συνεχίσουν άσκοπα να υπολειτουργούν
μεταφέροντας το βάρος στο κέντρο. Οπου
δεν υπάρχουν, θα πρέπει να ξεκινήσει
άμεση η ίδρυση και λειτουργία τους.
Οπου
υπάρχει Κινητή Μονάδα, να
αναλαμβάνει δέσμευση, πολύ συγκεκριμένη
[στενή και θεσμοθετημένη συνεργασία
Θεραπευτικής Ομάδας (Θ.Ο.) της ψυχιατρικής
κλινικής και της Θ.Ο. της Κινητής Μονάδας],
για την μετανοσοκομειακή παρακολούθηση/
στήριξη.
Θα
χρειαστεί, φυσικά, ένας άμεσος σχεδιασμός
και εξασφάλιση πόρων για την δημιουργία
ΚΨΥ ανά ΤΟΨΥ, διασυνδεδεμένου
με τη μονάδα νοσηλείας και με όλο το
δίκτυο των υπηρεσιών του τομέα
προκειμένου να λειτουργήσει ως η βάση
του συστήματος, ως ενός community based,
αντί ως ενός hospital based συστήματος.
Είναι
άκρως εσφαλμένη και καταστροφική
αντίληψη που υποστηρίζει ότι το ΚΨΥ
μπορεί να λειτουργεί και στιγματιστικά
για τους ψυχικά πάσχοντες και ότι το
ΠΕΔΥ μπορεί, καθ΄ οιονδήποτε τρόπο, ν΄
αντικαταστήσει τα ΚΨΥ.
Αφήνοντας
στην άκρη τον σκιώδη, έως και ανυπόστατο,
χαρακτήρα του υπάρχοντος ΠΕΔΥ, ως
ομοιώματος ενός συστήματος Πρωτοβάθμιας
Φροντίδας Υγείας, γνωρίζουμε πολύ καλά
ότι, ακόμα και στην περίπτωση που γινόταν
δυνατό να δημιουργηθεί ένα πλήρες και
ολοκληρωμένο σύστημα Πρωτοβάθμιας
Φροντίδας Υγείας, ο ρόλος και η λειτουργία
του δεν θα μπορούσε να πάει πέρα από το
να αποτελεί, όπως σε όλες τις χώρες της
Ευρώπης, έναν ηθμό, ή πύλη εισόδου, προς
το σύστημα της Ψυχικής Υγείας.
Αυτός
ο ηθμός, ή, κατ΄ άλλους, «φίλτρο» (που
κατ΄ ουδένα τρόπο δεν αποτελεί υποκατάσταση
του κοινοτικά βασισμένου συστήματος
Ψυχικής Υγείας - όπως δείχνει το παράδειγμα
της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας
και άλλων χωρών), απαιτεί να λειτουργήσει
ένα πλήρες δίκτυο δημόσιων Κέντρων
Υγείας (και γενικών γιατρών) που θα
λειτουργούν σε τομεοποιημένη βάση, σε
συνεργασία με τις υπηρεσίες Ψυχικής
Υγείας για την αναγκαία εποπτεία και
συμβουλευτική.
Με
την κατάσταση ως έχει, στην εναρκτήρια
φάση μιας απόπειρας εφαρμογής της
Τομεοποίησης, τα αιτήματα της κοινότητας
που δεν χρειάζονται νοσηλεία (ή, 'όχι
ακόμα' νοσηλεία), αυτά γενικώς που
αντιμετωπίζονται σε πρωτοβάθμιο επίπεδο
(με δεδομένη την κατάσταση στην Ελλάδα
της primary care) : όπου υπάρχει ΚΨΥ, θα πρέπει
να πηγαίνουν σ΄ αυτό, και όπου δεν υπάρχει
(ακόμα) ΚΨΥ θα πηγαίνουν στα εξωτερικά
ιατρεία της ψυχιατρικής κλινικής (και
στον ΕΟΠΥΥ, ΠΕΔΥ κλπ).
Πρέπει,
ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, να είναι σαφές
ότι το ΚΨΥ δεν είναι μια μονάδα που
λειτουργεί απλώς σε πρωτοβάθμιο
επίπεδο, αλλά, επίσης, σε δευτεροβάθμιο
(προλαμβάνει νοσηλείες, με κατ΄ οίκον
αντιμετώπιση υποτροπών, παρέμβαση στην
κρίση κλπ και μπορεί να κάνει νοσηλείες
στο χώρο του) και τριτοβάθμιο (ψυχοκοινωνική
αποκατάσταση και στήριξη στον τόπο
κατοικίας). Είναι αυτό που του δίνει τον
ριζικά εναλλακτικό χαρακτήρα του
απέναντι στο υπάρχον ιδρυματικό σύστημα.
Είναι,
επομένως, η ολοκληρωμένη (comprehensive)
λειτουργία του ΚΨΥ (ως βασικού άξονα
του δικτύου των υπηρεσιών), που συνιστά
τον πυρήνα και την πεμπτουσία της
μεταρρύθμισης και όχι η μεταφορά της
κλινικής του ψυχιατρείου στο γενικό
νοσοκομείο - αναγκαία μεν, αλλά, πάντως,
όχι πρώτης προτεραιότητας όταν δεν
έχουν γίνει όλα τα άλλα. Η μεταφορά της
ψυχιατρικής κλινικής στο γενικό
νοσοκομείο είναι το επιστέγασμα του
μετασχηματισμού και όχι η πρώτη του
πράξη.
Αν,
με δεδομένη την κατάσταση της Ψυχικής
Υγείας που υπάρχει στην Ελλάδα (την
κυρίαρχη ψυχιατρική κουλτούρα, την
έλλειψη ψυχιατρικών κλινών κλπ), προηγηθεί
η τελική φάση (η μεταφορά των κλινικών
στα γενικά νοσοκομεία), όχι μόνο δεν θα
έχει υπάρξει πραγματική μεταρρύθμιση
του θεσμού, αλλά πλήθος ψυχικά πασχόντων
θα έχουν χάσει οριστικά την όποια
δυνατότητα και πιθανότητα εναλλακτικής,
κοινοτικής στήριξης και φροντίδας, με
πραγματική (και όχι κατ΄ όνομα) κατοχύρωση
των δικαιωμάτων τους, μένοντας έρμαιοι
και στο «δρόμο», θεραπευτικό ή και
κυριολεκτικό.
Ενας
πραγματικός μετασχηματισμός
(Τομεοποίηση, ΚΨΥ κλπ) απαιτεί οικονομικούς
πόρους για προσλήψεις μόνιμου προσωπικού
(πέρα από τη στήριξη των θεραπευτικών
προγραμμάτων και δραστηριοτήτων κοκ).
Όχι μόνο για την αποτελεσματική λειτουργία
των αναγκαίων κοινοτικών υπηρεσιών
(για την πλήρη ανάπτυξη των οποίων το
υπάρχον προσωπικό ουδόλως επαρκεί),
αλλά και για την ίδια την καθημερινή
λειτουργία, στο «εδώ και τώρα», όλων των
ψυχιατρικών μονάδων. Για την αντιμετώπιση
του αργού, καθημερινού, βασανιστικού
τους θανάτου.
Αλλωστε,
και η ίδια η Τομεοποίηση (χωρίς καν
να μιλήσουμε για τις ανάγκες των ΚΨΥ)
απαιτεί την καθημερινή εφημερία της
κάθε ψυχιατρικής κλινικής. Ποια
κλινική έχει το αναγκαίο ιατρικό
προσωπικό για να το κάνει; Καμιά. Η
Τομεοποίηση μπορεί να γίνει εδώ και
τώρα, υπό την προϋπόθεση να μη σχεδιαστεί
ερήμην των άμεσα ενδιαφερόμενων
λειτουργών (όπως, επίσης, και των ατόμων
με ψυχιατρική εμπειρία και των συλλόγων
οικογενειών), αλλά, ταυτόχρονα, προκειμένου
να λειτουργήσει, προϋποθέτει τον αναγκαίο
αριθμό προσλήψεων προσωπικού, πρωτίστως
ιατρικού και νοσηλευτικού.
Εννοείται
ότι θα πρέπει να απαγορευτεί η νοσηλεία
ασθενών εκ Πελοποννήσου και Αιτωλοακαρνανίας
σε μονάδες της Αθήνας. Αυτό μάλιστα
είναι το μόνο που μπορεί ν΄ αρχίσει
αμέσως, από σήμερα κιόλας, χωρίς να
περιμένει κανείς την, όσο σύντομη κι΄
αν είναι, εφαρμογή της Τομεοποίησης.
Στο
ξεκίνημα της εφαρμογής της Τομεοποίησης,
ΚΨΥ θα έχουν μόνο οι ΤΟΨΥ στους οποίους
υπάρχουν ΚΨΥ- αλλά με υποχρεωτική
διασύνδεση, ώστε να δίνουν και το "καλό
παράδειγμα" για το μέλλον, όταν
υπάρξουν και άλλα ΚΨΥ. Εννοείται ότι
πρέπει άμεσα να ξεκινήσει η διαδικασία
για την ίδρυση ΚΨΥ στους ΤΟΨΥ που δεν
έχουν και, ταυτόχρονα, τόσο τα υπό ίδρυση,
όσο και τα υπάρχοντα ΚΨΥ να είναι επαρκώς
στελεχωμένα (πολλά από τα υπάρχοντα
είναι υπό κατάρρευση) ώστε να μπορούν
να στηρίζουν τους ψυχικά πάσχοντες στον
τόπο κατοικίας.
Θα
χρειαστεί σίγουρα ένα σημαντικό χρονικό
διάσημα για την εξοικείωση των υπηρεσιών
και των θεραπευτικών ομάδων με τον νέο
τρόπο λειτουργίας.
Θα
υπάρξει αναγκαστικά ένα μεταβατικό
στάδιο για κάποια περιστατικά, που είχαν
συνηθίσει να παρακολουθούνται από ένα
γιατρό ή μια Θ.Ο., που τώρα, όμως, δέχεται
μόνο ασθενείς συγκεκριμένου ΤΟΨΥ (ενώ
αυτά διαμένουν σε περιοχή άλλου ΤΟΨΥ),
ώστε να "περάσουν" στην Θ.Ο. του
ΤΟΨΥ όπου βρίσκεται η κατοικία τους.
Ως
προς τις υπάρχουσες στεγαστικές δομές
του Δημοσίου, που είχαν γίνει στο παρελθόν
διάσπαρτα (όπου έβρισκαν κτίριο και όχι
βάσει σχεδίου) θα προκύψει το πρόβλημα,
στο βαθμό που πρέπει να λειτουργούν και
αυτές διασυνδεδεμένα με την μονάδα
νοσηλείας και το ΚΨΥ του ΤΟΨΥ, ότι θα
βρίσκονται, ενίοτε, στην γεωγραφική
περιοχή διαφορετικού ΤΟΨΥ από αυτόν
στον οποίο βρίσκεται η μονάδα που τις
ίδρυσε και τις λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Δεν πρέπει επ΄ ουδενί να υπάρξουν
γραφειοκρατικές αποφάσεις αποκοπής
των δομών αυτών από την συνολική Θ.Ο.
που τις λειτουργούσε μέχρι τώρα.
Οσο
για τις στεγαστικές δομές των ΜΚΟ, αυτές
μπορούν και πρέπει να ενταχθούν στους
ΤΟΨΥ της περιοχής στην οποία βρίσκονται
(στην προοπτική, φυσικά, της ανάληψής
τους από το Δημόσιο), σε άμεση και
συγκεκριμένη διασύνδεση με το ΚΨΥ του
ΤΟΨΥ, ή, όπου δεν υπάρχει ΚΨΥ, με την
ψυχιατρική κλινική του γενικού
νοσοκομείου. Το ίδιο ισχύει και για τα
Κέντρα Ημέρας των ΜΚΟ, τα οποία πρέπει
και αυτά να τεθούν υπό την ευθύνη των
ΚΨΥ του ΤΟΨΥ στον οποίο ευρίσκονται
και, σε όσους ΤΟΨΥ δεν υπάρχουν ακόμα
ΚΨΥ, υπό την αιγίδα της θεραπευτικής
ομάδας της ψυχιατρικής κλινικής του
γενικού νοσοκομείου. Το Κέντρο Ημέρας
είναι μέρος των λειτουργιών
ενός ΚΨΥ και επομένως, δεν μπορεί, κατ΄
ουδένα τρόπο, να υποκαθιστά, εντός ενός
ΤΟΨΥ την ανάγκη ύπαρξης ΚΨΥ.
Η
έμφαση στα ανωτέρω είναι στα σχετικά
με την Τομεοποίηση στο λεκανοπέδιο.
Προφανώς, αυτά ισχύουν και για όλες τις
άλλες περιοχές.
Τελευταίο
σημείο, το εξής: είναι σκόπιμο και άκρως
πιο λειτουργικό, οι Τομεακές Επιτροπές
ν΄ αποτελούνται από εκπροσώπους των
ίδιων των μονάδων που έχουν αναλάβει
την κάλυψη των αναγκών της περιοχής και
να υπάρχει σ΄ αυτές ικανή εκπροσώπηση
των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία και
των συλλόγων οικογενειών.
Προφανώς,
θα πρέπει να υπάρχουν κατευθυντήριοι
άξονες "από τα πάνω" βάσει μιας
εθνικής πολιτικής επί του θέματος, πώς
θα πρέπει να διασυνδέονται οι μονάδες
κλπ.
25/4/2016
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ
ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΟΛΥΜΟΡΦΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ
ΥΓΕΙΑ